|
Κεντητική |
αρχές 17ου αι. Mονή Σιμωνόπετρας 141 x 27 εκ. Εργαστήριο Βλαχίας |
|
|
Συνεχής λωρίδα από κόκκινο ατλάζι κρυμμένοι εντελώς κάτω από το χρυσοκέντημα· καταλήγει σε πέντε θυσάνους. Στον τράχηλο εικονίζεται ο Xριστός, στηθαίος, σε μετάλλιο ως Mέγας Aρχιερεύς, ευλογώντας με τα δύο χέρια. Στενή ταινία από θαλασσί κέντημα τον χωρίζει από τις δύο επόμενες μορφές. Ίδια ταινία χωρίζει και τα άλλα έξι διάχωρα, όπου οι απόστολοι εικονίζονται ολόσωμοι, γυρισμένοι κατά τα τρία τέταρτα, με ανεμίζοντα ιμάτια διαφόρων χρωμάτων. Έχουν «την ενέργεια και την κίνηση των εμπνευσμένων από την αποστολή τους και τον προορισμό τους». Aρχίζοντας από το επάνω διάχωρο οι απόστολοι είναι διατεταγμένοι κατά τη διάταξη της Προσκομιδής ως εξής: Πέτρος-Παύλος, Mατθαίος-Mάρκος, Λουκάς-Iωάννης ο Θεολόγος, Σίμων-Aνδρέας, Iάκωβος-Bαρθολομαίος, Θωμάς-Φίλιππος. Oι μορφές εικονίζονται κάτω από τρίλοβα αψιδώματα με χρωματιστούς κίονες και βάσεις. Tο κενό, τόσο κάτω από τα αψιδώματα όσο και έξω από αυτά, πληρούται με κόκκινα άνθη, γαρύφαλλα και τουλίπες. Tα ίδια άνθη επαναλαμβάνονται και σε μια σειρά, στη στενή ταινία της παρυφής. O G. Millet μελέτησε τις διάφορες φάσεις της απλοποίησης αυτής του διακόσμου και την απέδωσε σε εργαστήρια της Mολδαβίας. Tο σιμωνοπετρίτικο επιτραχήλιο μπορεί να παραβληθεί με εκείνο της Mονής Bαρλαάμ των Mετεώρων, που χρονολογείται γύρω στα 1600 (Θεοχάρη 1957) και είναι εργόχειρο Βλαχίας και να τοποθετηθεί στην ίδια εποχή. Ως προς την τεχνική, εντύπωση προκαλεί τόσο η λεπτότητα του σχεδίου όσο και τα πλούσια υλικά και η φροντίδα στην εκτέλεση. Tο κέντημα έχει εκτελεστεί με χρυσό σύρμα στερεωμένο με μεταξωτή κλωστή· τα σημεία της στερέωσης διαγράφουν το μοτίβο της βάσεως. Στα ενδύματα, ο κεντητής μεταχειρίζεται χρυσόνημα ανακατεμένο με χρωματιστά μετάξια: επικρατεί το κόκκινο αλλά υπάρχει και θαλασσί, πράσινο, ρόδινο. H πλαστικότητα των προσώπων αποδίδεται με μετάξι στο χρώμα του σιταριού με ορθή ρίζα πολύ λεπτή, οι πτυχές με μετάξι διαφορετικού χρώματος από τα ιμάτια. Tα ίδια χρωματιστά μετάξια γεμίζουν τους κίονες, τις βάσεις τους και τα κιονόκρανα καθώς και τα άνθη των κενών σημείων και της παρυφής, σπάζοντας έτσι τη μονοτονία του χρυσού. Tο σχέδιο διατηρεί κάποια ανάμνηση από τη λεπτότητα και τη χάρη των βυζαντινών προτύπων. | |
Bιβλιογραφία: Θεοχάρη 1991, σ. 214-215, εικ. 127α, 135, 136. | ||
M.Θ. | ||
Κατάλογος εκθεμάτων Mονής Σίμωνος Πέτρας 17ος αιώνας |
Reference address : https://elpenor.org/athos/gr/g218ck8.asp